tanoaria - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

tanoaria - translation to ρωσικά

FABRICAÇÃO DE TONÉIS E OUTROS RECIPIENTES DE MADEIRA
Tanoeiro; Toneleiro
  • Fabricação de tonéis.<br /> Gravura de Jost Amman. ''Standebuch'', 1568

tanoaria         
бондарня, бондарное [бочарное] производство, бондарное ремесло
tanoaria         
бондарня, бондарное производство, бочарное производство, бондарное ремесло
tanoaria         
{f}
- бондарня;
- бондарное производство, бочарное производство;
- бондарное ремесло

Ορισμός

Tanoaria
f.
Fábrica ou estabelecimento de tanoeiro.
Arruamento de tanoeiros.
Obra de tanoeiro.
Profissão de tanoeiro.
(De "tanôa")

Βικιπαίδεια

Tanoaria

A tanoaria é uma arte ancestral que consiste no fabrico de vasilhames em madeira para o armazenamento do vinho e mais recentemente aguardente/cachaça. Desenvolvia-se junto das zonas ribeirinhas, intimamente ligadas às regiões de produção vinícola. A palavra é sinônimo de tanoa («ofício da tonoaria»), que por vez vem do termo da língua bretã Tanu, que significa carvalho.